Η δημογραφική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, την παραγωγικότητα, το βιοτικό επίπεδο, την αποταμίευση, την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Μακροπρόθεσμα ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στην ανεργία, στα επιτόκια, στην αγορά ακινήτων και στο χρηματοοικονομικό κλάδο. Οι διαφορετικές δημογραφικές τάσεις μεταξύ των χωρών, αναμένεται να επηρεάσει τα ισοζύγια των τρεχουσών συναλλαγών καθώς και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες.
Δεδομένης της σημαντικότητας των δημογραφικών αλλαγών στην οικονομία και στην κοινωνία, στο παρακάτω λήμμα παρουσιάζουμε τις σημαντικότερες δημογραφικές αλλαγές που παρατηρούνται στην Ελλάδα.
Ο ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕΙΩΘΗΚΕ ΚΑΤΑ 6% ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΕΚΑΕΤΙΑ
Στην Ελλάδα ζουν 10,46 εκατομμύρια άνθρωποι (Ιανουάριος 2022). O συνολικός πληθυσμός είναι ο 10ος μεγαλύτερο στην Ε.Ε και αποτελεί το 2,3% του συνολικού πληθυσμού της ένωσης. Από το 1960 έως και το 2022 ο συνολικός πληθυσμός της χώρας αυξήθηκε κατά 2,146 εκατομμύρια (+26%). Ωστόσο, από το 2011 και μετά ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται σταδιακά. Την τελευταία δεκαετία η συνολική μείωση του πληθυσμού είναι της τάξεως του 6% (-660 χιλ.). Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Eurostat, ο πληθυσμός θα συνεχίσει να μειώνεται, φτάνοντας τα 9 εκατομμύρια έως το 2050 και τα 7,8 εκατομμύρια έως το 2100. Εάν αυτές οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν, τότε ο πληθυσμός της χώρας θα είναι μικρότερος από αυτόν τον της δεκαετίας του 1960.
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ
Η Μαγνησία είναι ένα από τα θλιβερά παραδείγματα της Ελλάδας, καθώς εμφανίζεται ανάμεσα στις πρώτες περιοχές της χώρας με τη μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού της.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την απογραφή του 2022, στον νομό Μαγνησίας κατοικούν 190.355 άνθρωποι. Από το 2014 έως το 2022 ο πληθυσμός υπέστη μείωση κατά 16.131 κατοίκους, καταγράφοντας ποσοστό μείωσης -8%.
Το έτος 2021 – 2022 ο πληθυσμός υπέστη μείωση κατά 10.849 κατοίκους σε ποσοστό -5%.
ΤΟ 7,3% ΤΟΥ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩ ΤΩΝ 80 ΕΤΩΝ
Ο πληθυσμός της Ελλάδας γερνάει. Το ποσοστό των ανθρώπων ηλικίας άνω των 80 ετών ηταν 7,2% το 2022, υψηλότερο κατά 1.1 μονάδες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Από το 1970 έως το 2000 το ποσοστό αυτό αυξήθηκε κατά 1,6 μονάδες ενώ από το 2000 έως το 2022 κατά 3.7 μονάδες. Την ίδια στιγμή το ποσοστό των νέων στη χώρα μειώνεται. Το 2000 οι νέοι κάτω των 20 ετών αποτελούσαν το 21.4% του συνολικού πληθυσμού ενώ το 2022 το 18.8%. Το 2022, ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 20.2%.
Ένας άλλος τρόπος για να κατανοήσουμε τη γήρανση του πληθυσμού στην Ελλάδα είναι μέσω της διάμεσης ηλικίας. Η διάμεση ηλικία έχει αυξηθεί από 38,7 έτη το 2001 σε 46,1 έτη το 2022, που είναι κατά 2 έτη υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Με βάση τη διάμεση ηλικία, η Ελλάδα κατατάσσεται ως ο τρίτος πληθυσμός με τη μεγαλύτερη γήρανση στην Ευρώπη, αφού ξεπερνάται μόνο από την Ιταλία (48 έτη) και την Πορτογαλία (46,8 έτη). Τα χαμηλότερα επίπεδα διάμεσης ηλικίας παρατηρούνται στην Κύπρο (38,3 έτη) και στην Ιρλανδία (38,8 έτη).
1,17 ΕΚ. ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΔΕΚΑΕΤΙΑ
Από το 2015 και μετά, παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση στις μεταναστευτικές ροές προς την Ελλάδα. Το 2019, ο αριθμός των ετήσιων μεταναστών που έφθασαν στην Ελλάδα υπερδιπλασιάστηκε σε σχέση με το 2015, φτάνοντας τις 129 χιλ. άτομα κατά τη διάρκεια ενός έτους. Συνολικά, κατά την περίοδο 2016-2020, περίπου 562 χιλ. άνθρωποι εισήλθαν στη χώρα. Παρόμοιες ροές είχαν παρατηρηθεί μόνο στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Από το 2019 και μετά, ο αριθμός των μεταναστών που εισέρχονται στη χώρα έχει μειωθεί, φθάνοντας στους 57 χιλ. το 2021, πρόκειται για τη μικρότερη εισροή των τελευταίων 30 χρόνων.
Οι μεταναστευτικές ροές από την Ελλάδα παρέμεναν σταθερές κατά τη διάρκεια της περιόδου 1998-2008. Ωστόσο, η οικονομική κρίση που έπληξε τη χώρα το 2008 είχε σημαντικό αντίκτυπο στις ετήσιες μεταναστευτικές ροές. Το 2012, περίπου 125 χιλ. άνθρωποι εγκατέλειψαν την Ελλάδα, με τις ετήσιες ροές να αυξάνονται κατά 188% σε σχέση με το 2008. Συνολικά, κατά την περίοδο 2010-2021, περίπου 1,17 εκατ. άνθρωποι εγκατέλειψαν τη χώρα. Από το 2012 και μετά, παρατηρείται σταθερή μείωση στη ροή αυτή, φθάνοντας τους 79 χιλ. το 2021.
Πηγή: thenewspaper