Ποιος να περίμενε πως την χρονιά που θα φορούσαμε τα “καλά” μας, όπως κάθε φίλαθλος ανά τον κόσμο, για να υποδεχτούμε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το Euro του 2020, το Copa America, θα καταλήγαμε να ξεφυσάμε από ανακούφιση τον Αύγουστο, επειδή κατόρθωσαν απλά να ολοκληρωθούν τα περισσότερα πρωταθλήματα και οι διοργανώσεις, έστω και εν μέσω καλοκαιριού. Πρόκειται για επιτυχία αν αναλογιστεί κανείς τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ξεκίνησε η προετοιμασία για την επανέναρξή τους, αφού το ρίσκο ήταν μεγάλο για όλους τους εμπλεκόμενους και τους ανάγκασε να βαδίσουν σε αχαρτογράφητα νερά.
Τα προπονητικά επιτελεία κλήθηκαν να διαχειριστούν μια ωρολογιακή βόμβα που δεν ήξεραν πότε θα σκάσει στα χέρια τους. Ελάχιστοι μπορούν να αντιληφθούν τι σημαίνει αγωνιστική απραξία. Πως η διατάραξη του προπονητικού-αγωνιστικού προγράμματος, ακόμα και για μικρό χρονικό διάστημα, μπορεί να βάλει “φρένο” στην καριέρα του αθλητή. Κάποιοι νεαροί ετοιμάζονταν για το ξεπέταγμά τους, ενώ για άλλους υπήρχε η ανάγκη να διατηρηθούν σε υψηλά αγωνιστικά στάνταρ, γιατί το peak τους έχει περάσει και το σώμα τους δεν επανέρχεται με ευκολία. Όλα αυτά βέβαια μένουν στην αφάνεια, μέχρι να σταθούν μπροστά απ’ τον καθρέφτη που λέγεται γήπεδο και περάσουν στην εξέδρα.
Η ποιότητα του θεάματος θα δοθεί σκληρή μάχη για να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα, σε όλα τα αθλήματα. Με πρωτοποριακές αποφάσεις όμως, όπως οι μονές αναμετρήσεις στο Champions League που χάρισαν συγκινήσεις και το παραπάνω ενδιαφέρον που χρειάζονται τέτοιες διοργανώσεις, σεβόμενες παράλληλα την αγωνιστική απραξία των παιχτών και τον κίνδυνο τραυματισμού τους που εγκυμονεί, δείχνουν το δρόμο. Άλλωστε ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός και η επιστροφή στο απαιτητικό αθλητικό ημερολόγιο όπως το γνωρίζαμε, οφείλει να γίνει σταδιακά και μεθοδικά, καθώς και μόνο σαν σκέψη, είναι στενάχωρο καριέρες που χτίζονται με θυσίες ετών να παίζονται κορώνα-γράμματα.
Ωστόσο πρέπει να έχουμε κατά νου, πως μιλάμε για το πολυσύνθετο οικοδόμημα του σύγχρονου αθλητισμού. Την αγωνιστική ζημιά ακολουθεί η οικονομική, που ακόμα δεν έχει εμφανιστεί πλήρως στο κάδρο και δεν γνωρίζουμε σε ποιόν βαθμό αναμένεται να επηρεάσει. Χωρίς το καταναλωτικό κοινό μέσα και έξω από το γήπεδο, σε ποιον απευθύνεται το ακριβοπληρωμένο banner της εισόδου; Προπληρωμένες συμφωνίες απ’ την αρχή της χρονιάς για διοργανώσεις που αναβλήθηκαν και είναι άγνωστο κάτω από ποιο καθεστώς θα πραγματοποιηθούν, πως θα βρουν το αντίκρισμα τους;
Ακόμα και αν μέσω της τηλεοπτικής κάλυψης, ένα μέρος των χορηγικών συμφωνιών μπορέσει να τηρηθεί μειώνοντας τη ζημιά, η απουσία των εισιτηρίων διαρκείας και σε κάποιες περιπτώσεις η αποζημίωσή των κατόχων τους, γεννά ερωτηματικά. Για πόσο θα αντέξουν ακόμα και μεγάλα brand names του παγκόσμιου αθλητισμού αυτές τις πρωτόγνωρες αλλαγές; Με μια δεύτερη ματιά όμως, μήπως είναι μια χρυσή ευκαιρία για αλλαγή πλεύσης;Η έλλειψη εσόδων ξεκινάει από τις άδειες κερκίδες και αγγίζει το μεταγραφικό πλάνο, γεγονός που για τα δίκτυα ακαδημιών φαντάζει μια ονειρική ευκαιρία. Η εξέδρα ανέκαθεν αναζητά και αγκαλιάζει τα παιδιά απ’ τα σπλάχνα της ομάδας, που στην προκειμένη περίπτωση, μπορεί να τους δοθεί η ευκαιρία να αντικαταστήσουν τις πολύκροτες και δαπανηρές μεταγραφές. Τι πιο υγιές για έναν φίλαθλο, τι πιο κερδοφόρο για μια επιχείρηση.
Αν αντιμετωπιστεί “ψυχρά” η παρούσα κατάσταση, φαίνεται πως στην χειρότερη των περιπτώσεων ένα μεγάλο εμπορικό όνομα θα μειώσει τα υψηλά έξοδά του, θα επωμιστεί χρέη τα οποία, λόγω του μεγέθους του, πιθανότατα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει εύκολα ή δύσκολα. Δεν θα τεθεί θέμα αφανισμού ωστόσο, όπως θα συμβεί στα σωματεία που η βιωσιμότητά τους βασίζεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στην παρουσία του κόσμου τους στην εξέδρα. Το πρόβλημα μεγιστοποιείται όσο προχωράμε προς την βάση της πυραμίδας. Πρόκειται για μια κρίσιμη καμπή στον αθλητισμό, που μπορεί να μεγαλώσει το χάσμα δυναμικής και να ενισχύσει τις ανισορροπίες, καθιερώνοντας δύο ταχύτητες.
Είναι βέβαια ευρέως γνωστό, πως πάνω στο δεδομένο της απουσίας του κόσμου απ’ τα στάδια βασίστηκε κάθε συζήτηση επιστροφής της πλειοψηφίας των σπορ στην κανονικότητα τους. Σίγουρα δημιουργεί προβληματισμό στο μέσο φίλαθλο να βλέπει πως το άθλημα μπορεί να προχωρήσει χωρίς την παρουσία του στις κερκίδες. Για πόσο όμως; Αν απουσιάσει η ώθηση της εξέδρας, που αγγίζει τα όρια του υπερφυσικού, θα ξεχάσουμε τον όρο ‘’καυτή έδρα’’, θα πάψει να αντηχεί ο ίδιος ύμνος μέσα από χιλιάδες στόματα, από τα πλούσια προάστια μιας πόλης μέχρι τις φτωχογειτονιές της. Ποιος θα ‘’σπρώξει” για το γκολ της ανατροπής στο 90’; Και σε τελική ανάλυση, ποια η διαφορά ενός αγώνα σε άδειο γήπεδο από ένα virtual game;
Ο αθλητισμός όμως, ακριβώς όπως και η ζωή προχωρά. Ακόμα και το υψηλότερο εμπόδιο με θετική ματιά, τρέπεται σε ευκαιρία. Η κενή εξέδρα οφείλει να αποτελέσει κίνητρο και πηγή έμπνευσης τόσο για όσους καλύπτουν αθλητικά γεγονότα όσο και για αυτούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα του αθλητικού marketing. Η αλυσίδα θεατή-σωματείου-αθλητή μπορεί μέσα από καινοτομίες, να μπει σε νέους δρόμους που θα μηδενίζουν την απόσταση. Τοποθετημένες οθόνες στις θέσεις των κατόχων διαρκείας που μεταφέρουν κάθε “έκρηξή” τους, συχνότερη επαφή με τους αθλητές μέσω online συνεντεύξεων, ακόμα και τα ηχογραφημένα συνθήματα που “σπάνε” την σιωπή, ιδέες δηλαδή που ήδη έχουν πάρει σάρκα και οστά, ίσως να λειτουργήσουν περιστασιακά, ως λύσεις ανάγκης αλλά δεν αποκλείεται να μείνουν, αλλάζοντας τους παραδοσιακούς δεσμούς. Αδιαπραγμάτευτο ωστόσο, πρέπει να μείνει το εξής:
Η μέγιστη απειλή για τον αθλητισμό είναι να συνηθίσει το μάτι του φιλάθλου την άδεια εξέδρα, να την δεχτεί ως εικόνα φυσιολογική. Ένα σενάριο που έχει τις προοπτικές να γίνει ρεαλιστικό, αν η παρούσα κατάσταση παραταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο αθλητισμός όμως από την ρίζα του είναι ανθρωποκεντρικός. Υπάρχει αλληλεπίδραση ανάμεσα στους αγωνιζόμενους και στους θεατές. Ο ένας ωθεί τον άλλο, το πάθος του φιλάθλου θρέφει τον αθλητή. Με έναν μαγικό τρόπο μπορεί να τον οδηγήσει σε ένα υπεράνθρωπο σπριντ, ακριβώς στο χρονικό σημείο που το ανθρώπινο ένστικτο θα του έλεγε ότι τα πόδια του τον εγκαταλείπουν. Τέτοιες εικόνες πλάθουν ήρωες στα παιδικά μάτια που μεγαλώνουν και ονειρεύονται απ’ την εξέδρα, μέχρι να φτάσει το πλήρωμα του χρόνου που θα κάνει τους νέους, πρωταγωνιστές.
Επιμέλεια: Φάνης Τσοκανάς